pea$58560$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

pea$58560$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Butterfly Pea; Butterfly-pea; Butterfly pea plant

pea      
n. μπιζέλι
split peas         
  • A sack of split peas
THE DRIED AND SPLIT SEED OF PISUM SATIVUM
Split-peas; Split-pea; Split peas; Yellow split pea; Yellow split peas; Split Pea
φάβα
pea jacket         
  • Russian armour [[junior officer]]s (centre) wearing double-breasted leather coats during the [[1939 Invasion of Poland]]
OUTER COAT ORIGINALLY WORN BY SAILORS
P Jacket; Pea Jacket; Reefing jacket; Peacoat; Peajacket; P Coat; Pilot coat; Pea jacket; Bridge coat; Bridge jacket; Reefer jacket; P-coat; Pea-jacket; Reefer coat
πατατούκα, χονδρό γιλέκο ναύτου

Ορισμός

pea
(peas)
Peas are round green seeds which grow in long thin cases and are eaten as a vegetable.
N-COUNT: usu pl

Βικιπαίδεια

Butterfly pea

Butterfly pea is a common name for several plants and may refer to:

  • Centrosema, a genus native to the Americas
  • Clitoria ternatea, a species native to tropical Asia, and cultivated as an ornamental